MACEDONIA

PAIONIANS

About

Kαλώς ήλθατε στη σελίδα μας!

Είμαι ο Αστεροπαίος απο την Παιονία της Μακεδονίας έλαβα μέρος στον πόλεμο της Τροίας στα χρόνια των Ηρώων, στη μεριά των Τρώων. Ενας πόλεμος μεταξύ αδελφών κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια.............. Πολέμησα για την Ελένη την ωραιότερη γυναίκα που είδε άνθρωπος ποτέ στον κόσμο όλο. Οι σπουδαιότεροι πολεμιστές του κόσμου βρέθηκαν εκει για να διεκδίκησουν τούτο το θησαυρό.

Οδυσσέας Ελύτης

Εδω θα βρείτε προσωπικούς προβληματισμούς και ενδιαφέροντα θέματα για την Ελλάδα.

ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΘΕΟΣ : ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ

Ασκληπιός - Θεός θεραπευτής.

θΕΑ της νόησης = ΑΘΗΝΑ

ΑΘΗΝΑ ΘΕΑ ΤΗΣ ΝΟΗΣΗΣ - Προστάτιδα του Ομηρικού Οδυσσέα.

ΘΕΑ ΑΘΗΝΑ

ΘΕΑ ΑΘΗΝΑ σήμερα

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009

ΕΓΚΩΜΙΟ ΠΡΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΟ


Εσένα, στολίδι του γένους των Ελλήνων, που πρώτος ύψωσες φως λαμπρό μες σε φριχτά σκοτάδια, κι έδειξες τ' αληθινά αγαθά της ζωής, εσένα ακολουθώ, και τα πόδια μου πατούν πάνω στα ίδια σου τα χνάρια

όχι για να σε παραβγώ, αλλά γιατί από αγάπη θέλω να σε μιμηθώ. Τι να σου κάνει ένα χελιδόνι μπροστά στους κύκνους; Πώς να παραβγεί με την ορμή του αλόγου ένα κατσικάκι με πόδια τρεμουλιάρικα;

Εσύ, πατέρα μου, φώτισες την αλήθεια, εσύ με τις νουθεσίες σου τις πατρικές, απ τα δικά σου βιβλία, τρισένδοξε, τρεφόμαστε, σαν τις μέλισσες που τρυγούν όλα τα λουλούδια στο ανθισμένο λιβάδι, απ' τα χρυσά σου λόγια που η αξία τους μένει αιώνια. Γιατί μόλις η διδασκαλία σου η θεϊκή άρχισε να διαλαλεί τη φύση των πραγμάτων, σκόρπισαν οι φόβοι της ψυχής κι άνοιξαν τα τείχη του κόσμου, κι είδα να παίρνει σχήμα το κάθε τι μέσα στο χώρο.

Και βλέπω τη δύναμη των θεών και τη γαλήνια κατοικία τους που δεν τη δέρνουν άνεμοι ούτε τη βρέχουν τα σύννεφα με τις βροχές τους ούτε το χιόνι που το σκληραίνει η παγωνιά. Ένας αιθέρας αιώνια ασυννέφιαστος τη σκεπάζει χαμογελώντας μες στο απέραντο φως. Όλα τους τα προσφέρει η φύση και τη γαλήνη τους τίποτα δεν την ταράζει.

Μα πουθενά δε βλέπω τα μέρη του Αχέροντα κι ας μη με εμπόδισε η γης να δω όλα όσα γίνονται κάτω από τα πόδια μας, στα βάθη του κενού. Μπρος σ' όλα τούτα νιώθω κάτι σαν θεϊκή ηδονή και ένα δέος, που χάρη στη δύναμη σου τραβήχτηκαν τα πέπλα και φανερώθηκε ολάνοιχτη εμπρός μας η φύση....

Ήταν θεός! Ναι, ξακουστό παλικάρι μου Μέμμιε, ήταν θεός εκείνος που πρώτος βρήκε το νόημα της ζωής, ότι σήμερα ονομάζουμε σοφία, εκείνος που με την επιστημοσύνη του άρπαξε τη ζωή μέσα απ' τις τόσες ανεμοζάλες κι από βαθιά σκοτάδια, και την απίθωσε σε τέτοιο γαλήνιο λιμάνι και σε τόσο καθάριο φως. Παράβαλε με τις προσφορές άλλων θεών. Η Δήμητρα, καθώς λένε, μας έδωσε το σιτάρι, ο Διόνυσος το κρασί. Μα και δίχως αυτά υπάρχει ζωή κι ακούμε πως και σήμερα ακόμα ζουν λαοί που δεν τα γνωρίζουν. Θα 'ταν όμως αδύνατο να ζήσει κανείς ευτυχισμένα δίχως καθαρή καρδιά. Δικαιολογημένα μάς φαίνεται θεός εκείνος που η σοφία του ζωντανή και απλωμένη στα μεγάλα έθνη γαληνεύει τις καρδιές με τις γλυκές παρηγοριές της ζωής. Αν νομίζεις πως οι άθλοι του Ηρακλή αξίζουν περισσότερο, τότε ξεμακραίνεις πολύ απ' την αλήθεια...

Ο Επίκουρος, που έζησε κι έδρασε στο δεύ­τερο ήμισυ του τετάρτου αιώνος και τις πρώτες δεκαετίες του τρίτου αιώνος προ Χριστού, γεννήθηκε στην Σάμο. όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Ήταν γιος φτωχού Αθηναίου, που είχε μεταβεί στην Σάμο ως άποικος. Ο Επίκουρος ήρθε στην Αθήνα σε ηλικία δεκαοκτώ ετών —περίπου την εποχή του θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου—, προκειμένου να εκπληρώσει την στρατιωτική θητεία του και να κατοχυρώσει, έτσι, την ιθαγένεια του. Μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας του πήγε στην Μικράν Ασία, για να συναντήσει την οικογένεια του, όπου είχε καταφύγει, όταν οι Αθηναίοι άποικοι εκδιώχθηκαν από την Σάμο. Αφού έμεινε δώδεκα περίπου χρόνια στην Μικράν Ασία, πήγε στην Μυτιλήνη, όπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή, και μετά στην Λάμψακο, και κατόπιν στην Αθήνα, όπου και πέθανε τελικά. Στην Αθήνα αγόρασε κι έναν κήπο, όπου συνήθιζε να διδάσκει τους μαθητές και τους οπαδούς του. οι οποίοι, για τον λόγο αυτόν, ονομάστηκαν «οι από κήπου». Η σχολή του Επίκουρου είχε τον χαρακτήρα του κοινοβίου, στο οποίο περιλαμβάνονταν δούλοι και εταίρες, μετά των οποίων ο ιδρυτής της είχε αναπτύξει μεγάλη οικειότητα και φιλία. Γενικώς, τα μέλη της σχολής δεν ησχολούντο μόνο με την σπουδή της φιλοσοφίας, αλλά προσπαθούσαν, επίσης, να δημιουργήσουν μεταξύ τους μιαν ατμόσφαιρα φιλίας, ψυχαγωγίας και τέρψης. Το γεγονός αυτό στάθηκε η αφορμή, ώστε να κυκλοφορηθεί η φήμη ότι στον κήπο του Επίκουρου γινόντουσαν όργια πράγμα ανακριβές, όμως.


Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι η επιδίωξη της ηδονής και της τέρψης αποτε­λούσε τον βασικό άξονα της διδασκαλίας του Επίκουρου, για τον οποίον η φιλοσοφία είχε. κατά κύριον λόγο. πρακτικό χαρακτήρα. Η φιλοσοφία, όπως την όριζε ο Επίκουρος, είναι μια ενέργεια, μια διαδικασία, που, «μέσα από σκέψεις και συζητήσεις, μας οδηγεί σε μια ζωή ευδαίμονα». Βασικό συστα­τικό για την εξασφάλιση της ευτυχίας από τον άνθρωπο είναι η κάρπωση ηδονών. «Η ηδονή», έλεγε χαρακτηριστικά ο Επίκουρος, «είναι η αρχή και το τέλος της ευδαίμονος ζωής», ενώ σε άλλη ευκαιρία διετείνετο: «δεν ξέρω πώς μπορώ να εννοήσω το αγαθό, αν αφαιρέσω τις ηδονές της γεύσης και τις ηδονές της σάρκας, τις ηδονές της ακοής και της ωραίας μορφής». Ωστόσο, κατ' αντίθεσιν προς την ακραία μορφή ηδονισμού. που εισηγήθηκε ο ιδρυτής της Κυρηνάικής Σχολής. ο Αρίστιππος, ο Επίκουρος προέβαλε μια μετριοπαθέστερη αντίληψη για την αναζήτηση των ηδονών. Η ηδονή, για τον Επίκουρο, όπως και κατά τον Αρίστιππο, συνιστά, βέβαια, το ύψιστο αγαθό της ζωής του ανθρώπου. Τίποτε, όμως. κατά τον Επίκουρο, δεν εμποδίζει, ώστε να μπορεί ν' αφήνει κανείς μιαν ηδονή, που επιφυλάσσει δυσάρεστες γι' αυτόν καταστάσεις, και να προτιμήσει κάποιαν άλλη. (πιο) ανώδυνη ηδονή. Η σωματική ηδονή, που παρέχει σε κάποιον ένα νόστιμο μεν, πλην όμως βλαβερό στην υγεία φαγητό, θα πρέπει να παραληφθεί, προκειμένου να εξασφαλίσει αυτός την ευεξία του. Δεν πρέπει, έλεγε ο Επίκουρος, να «επιδιώκομε κάθε ηδονή, αλλά ενίοτε οφείλαμε να παρακάμπταμε πολλές ηδονές, όταν τα δυσάρεστα αποτελέσματα, που προκύπτουν από αυτές, είναι περισσότερα. Πολλούς πόνους δε να τους θεωρούμε προτιμότερους από τις ηδονές, όταν από αυτούς προκύπτει σε μας, τελικώς, μεγαλύτερη ηδονή. Κάθε ηδονή, βέβαια, επειδή είναι κάτι το οποίον είναι οικείο στην φύση. είναι αγαθόν, αλλά δεν πρέπει να κυνηγάμε οποιαδήποτε ηδονή. Όπως ακριβώς και κάθε πόνος είναι μεν κάτι κακό, πλην όμως δεν πρέπει ν' αποφεύγαμε οιονδήποτε ανεξαιρέτως πόνο. Μέσα από την συγκριτική μέτρηση, λοιπόν, και επισκόπηση των συμφερόντων και των μη συμφερόντων πρέπει να τα κρίνομε όλα αυτά».

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ (Σάμος, 341 π.Χ. - Αθήνα, 270 π.Χ.)
Υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου, σύμφωνα με το αξίωμα της εποχής του Επίκουρου, πρέπει να είναι η ηρεμία, η αταραξία της ψυχής του. Και τούτο μπορεί να το επιτύχει κανείς, εάν απέχει από τις σαρκικές απολαύσεις, που συνεπάγονται δυσάρεστες καταστάσεις, και αν απαλλάξει την ψυχή του από τις λύπες, την αγωνία και κάθε άλλο οχληρό συναίσθημα. Μια ηδονή είναι ηθικώς θεμιτή και πρέπει να θηρεύεται, εφόσον αποτελεί μέσον διασφάλι­σης της ψυχικής ηρεμίας του ανθρώπου.

Το κριτήριο επιλογής μεταξύ των διαφόρων ηδονών, κατά τον Επίκουρο, δεν είναι, όπως ισχυρίστηκε ο Αρίστιππος, ποσοτικό, η ένταση τους. αλλά ποιο­τικό· οι ηδονές ιεραρχούνται από την φύση τους σε καλύτερες και σε χειρό­τερες και πρέπει, αναλόγως, να προτιμώνται ή ν' απορρίπτονται. Έτσι. ο Επίκουρος διακρίνει τις «καταστηματικές» από τις «κατά κίνησιν» ηδονές, θεωρώντας τις πρώτες ανώτερες από τις δεύτερες.
Οι «κατά κίνησιν» ηδο­νές είναι ενεργές, δυναμικές ηδονές, υπό την έννοιαν ότι. με την κάρπωση κάθε μιας από τις ηδονές αυτές, ο άνθρωπος πληροί μιαν επιθυμία του. που. όσο δεν ικανοποιείτο, αυτός ένιωθε δυσφορία και πόνο· η ικανοποίηση της πείνας, παραδείγματος χάριν, όσο χρονικό διάστημα συντελείται, είναι μια «κατά κίνησιν» ηδονή».
Η κατάσταση της ηρεμίας, όμως. που απολαμβάνει ο άνθρωπος μετά. εφόσον ικανοποιηθεί πλήρως η πείνα του. αποτελεί άλλου είδους ηδονή· πρόκειται για μια στατική, παθητική μορφή ηδονής. Αυτές τις στατικές ή παθητικές ηδονές, που παρέχουν στον άνθρωπο μιαν ισορροπία, τις χαρακτηρίζει ο Επίκουρος με τον όρο «καταστηματικές ηδονές».
Ο Επίκουρος θεώρησε τις καταστηματικες ανώτερες από τις «κατά κίνησιν» ηδονές, επειδή οι καταστηματικές ηδονές μόνο μπορούν να εξασφαλίσουν στον άνθρωπο την γαλήνη, την ηρεμία, την αταραξία, την απονία. Αν, θέλο­ντας να χορτάσει κανείς την πείνα του. φάει με ασυγκράτητη βουλιμία, μπο­ρεί μεν. όσο διαρκεί η «κατά κίνησιν» ηδονή, ήγουν η ικανοποίηση της πεί­νας του, να νιώθει ευτυχισμένος, αλλά είναι πολύ πιθανόν αργότερα να προ­κληθεί τέτοια βλάβη στην υγεία του, ώστε να νιώσει, στο τέλος, δυσφορία και πόνο. Όταν, όμως. ο πεινασμένος άνθρωπος, όσο τρώει, έχει σαν στόχο την καταστηματική ηδονή, τουτέστιν να νιώσει, όταν θα ικανοποιήσει την πείνα του, την κατάσταση της ηρεμίας και της ισορροπίας, θ' αποφύγει κάθε υπερβολή που υπαγορεύει η αδηφαγία, η οποία μπορεί να τον κάνει δυστυ­χισμένο.

Έτσι. για τον Επίκουρο, επιδίωξη του συνετού ανθρώπου, για να γίνει ευτυ­χισμένος, δεν είναι το κυνήγι των ηδονών, αλλά η αποφυγή του πόνου και του άλγους. Στο συμπέρασμα αυτό φαίνεται να κατέληξε όχι μόνο γιατί, με τον τρόπο αυτό. ικανοποιείτο το αίτημα της εποχής του. που συνίστατο στην αταραξία, την γαλήνη ή την ηρεμία της ψυχής, αλλά και διότι θα πρέπει να επηρεάστηκε από την ίδια την ζωή του.
Ο Επίκουρος ήταν φιλάσθενος και υπέφερε στον βίο του από τις ταλαιπωρίες με τις οποίες τον τροφοδοτούσε η κακή κατάσταση της υγείας του. Παρ' όλα αυτά, διατήρησε ακλόνητη την αισιοδοξία του πιστεύοντας ότι ακόμη και στον τροχό του βασανισμού του —όχι μόνο αυτός, αλλά και ο κάθε συνετός άνθρωπος— θα μπορούσε να γίνει ευτυχισμένος. Αρκεί ν' αποβάλει από την ζωή του την ιδέα της ριψο­κίνδυνης ευτυχίας, που υπόσχεται η παράφορη φύση των «κατά κίνησιν» ηδονών, και να περιοριστεί στην σιγουριά που συνεπάγεται ο μετρημένος χαρακτήρας των καταστηματικών ηδονών.
«Να τρως λίγο από τον φόβο της δυσπεψίας», εισηγείτο στον συνάνθρωπο του. μ' έναν τρόπο που θύμιζε την περί μεσότητος θεωρία του Αριστοτέλη, «να πίνεις λίγο για να μην κακοξυ-πνήσεις, ν' αποφεύγεις την πολιτική και τον ερωτά και όλες τις βίαιες πρά­ξεις, να μην προσφέρεις ομήρους στην μοίρα αποκτώντας γυναίκα και παι­διά ... και. προ πάντων, να ζεις έτσι. ώστε ν' αποφεύγεις τον φόβο».
Θα ξεπεράσει κανείς τον φόβο, όμως. εφόσον μελετήσει την φύση και κατα­λάβει ότι ο θάνατος και άλλα φαινόμενα που τον φοβίζουν, δεν είναι προϊ­όντα υπερφυσικών δυνάμεων, που καθορίζουν την μοίρα του. Η μελέτη της φύσης είναι αναγκαία, μόνον καθόσον μπορεί ν' απαλλάξει την ψυχή μας από ανόητους, κενούς, αδικαιολόγητους φόβους. «Εάν», λέει ο Επίκουρος, «δεν μας ενοχλούσαν οι φόβοι, που αναφέρονται σε ό,τι συμβαίνει στον ουρανό, και ο φόβος του θανάτου, ... δεν θα μας χρειαζόταν η ενασχόληση με τα φυσικά φαινόμενα».
Για τον Επίκουρο, η φιλοσοφία και η έρευνα του φυσικού κόσμου δεν πηγάζουν, όπως ισχυρίστηκε ο Αριστοτέλης, από τον θαυμασμό και την απορία, αλλά εκπορεύονται από την ανησυχία και τον φόβο, που τυραννούν την ψυχή του ανθρώπου. Φιλοσοφούμε όχι για να ικα­νοποιήσαμε την περιέργεια μας για τα πράγματα, όπως υποστήριζε ο Αριστοτέλης, αλλά για να βοηθήσαμε τον εαυτό μας να ξεπεράσει τους φόβους, τις αγωνίες και τ' άλλα δυσάρεστα συναισθήματα μας.
Ο Επίκουρος επιχείρησε να διατυπώσει μια φυσική θεωρία για τον κόσμο, που θα μπο­ρούσε ν' αναπαύσει και ν' ανακουφίσει την ψυχή του φοβισμένου και ανή­συχου ανθρώπου. Και ανεζήτησε την φυσική αυτή θεωρία στις επισημάνσεις του Δημόκριτου για τον φυσικό κόσμο.

Ο Επίκουρος στην νεότητα του υπήρξε μαθητής κάποιου δασκάλου ονόματι Νυσιφάντη, οπαδού του Δημόκριτου. Όσο κι αν αργότερα μιλούσε επιτιμη­τικά για τον δάσκαλο του εκείνον, εντούτοις εμπνεύστηκε από τις ιδέες του Δημόκριτου.

Πίστευε κι αυτός ότι ο φυσικός κόσμος αποτελείται από τ' άτομα, τις αδι­αίρετες ελάχιστες οντότητες της ύλης, που κινούνται μέσα στο κενό. Η κίνη­ση των ατόμων, εξαιτίας του βάρους των. είναι κάθετη, από πάνω προς τα κάτω. Περαιτέρω, ο Επίκουρος απέδιδε στ' άτομα ένα είδος ελεύθερης βού­λησης, η οποία έκανε ορισμένα από αυτά να παρεκκλίνουν από την κάθετη πτώση τους. Η παρέκκλιση των ατόμων αυτών είχε ως αποτέλεσμα την σύγκρουση τους με άλλα άτομα, από την οποία δημιουργήθηκαν οι διάφο­ροι συνδυασμοί και οι διάφορες μορφές όντων, που συγκροτούν τον φυσικό κόσμο.

Η ίδια η ζωή γεννήθηκε συμπτωματικά, ύστερα από αλλεπάλληλες συγκρούσεις και συνεχείς συνδυασμούς, που προκλήθηκαν από την παρέκ­κλιση των ατόμων. Δεν υπάρχει τίποτε το μυστηριώδες, καμιά υπερφυσική δύναμη πίσω από την δημιουργία της ζωής και του σύμπαντος ολόκληρου. Ακόμη και η ψυχή, που θεωρείται σαν κάτι αιθέριο, είναι, τελικώς, ένα άθροισμα σωματιδίων. «Η ψυχή», έλεγε ο Επίκουρος, «είναι σώμα που απαρτίζεται από λεπτότατης υφής μέρη».

Αυτό, όταν το καταλάβαμε, μας λυτρώνει από τον φόβο και την αγωνία για το τι θα γίνει η ψυχή μας, όταν θα πεθάνομε. Μετά τον θάνατο μας, η ψυχή μας, έχοντας υλική σύσταση, διαλύεται, όπως κάθε άλλο σώμα. Κι όταν δια­λυθεί η ψυχή, θα χαθεί μαζί της, επίσης, κάθε αίσθηση που υπάρχει, όσο υπάρχει η ψυχή.
Και όταν, βέβαια, δεν θα έχομε καμιάν αίσθηση και δεν θα μπορούμε να νιώσομε τίποτε ύστερα από τον θάνατο μας —ούτε λύπη ούτε πίκρα ούτε τίποτε άλλο απολύτως—, είναι καθαρή ανοησία τώρα να φοβό­μαστε και ν' αγωνιούμε για το τι θα συμβεί, και πώς θα νιώθομε για ό,τι —ανύπαρκτο, τελικώς— θα συμβεί, όταν θα πεθάναμε. «Ουδέν προς ημάς ο θάνατος» —ο θάνατος δεν έχει καμιά σχέση μαζί μας, για να νοιαζόμα­στε γι' αυτόν και να τον φοβόμαστε.

Αν, όμως, ο Επίκουρος τοποθέτησε ύστερα από τον θάνατο του ανθρώπου αυτήν την κατάσταση της απάθειας, της έλλειψης βίωσης εκ μέρους του ανθρώπου κάθε μορφής συναισθήματος, όπως είναι η λύπη. η αγωνία ή ο φόβος, άλλοι φιλόσοφοι, που πρωτοεμφανίστηκαν την ίδια με αυτόν εποχή, προέβαλαν την απάθεια σαν ένα αίτημα που οφείλει να το ικανοποιήσει κανείς όσο ζει. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για τους στωικούς φιλοσόφους, οι οποίοι υπέδειξαν στους ανθρώπους ένα διαφορετικό δρόμο από εκείνον που εισηγήθηκε ο Επίκουρος, για να φτάσουν στην ευτυχία, που αποτελεί τον τελικό στόχο της ζωής των.


* το σχετικό κεφάλαιο στο βιβλίο του Θ. Πελεγρίνη «ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΕΠΟΧΕΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ»

Λουκρήτιος, De rerum Natura

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

Ο ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ


1.- Θεούς μεν δει σέβεσθαι.
2.- Γονέας δε τιμάν.
3.- Πρεσβυτέρους αιδείσθαι.
4.- Νόμοις πειθαρχείν.
5.- Άρχουσιν υπείκειν.
6.- Φίλους αγαπάν.
7.- Προς γυναίκας σωφρονείν.
8.- Τέκνων στερκτικούς είναι.
9.- Δούλους μη περιυβρίζειν.
10.-Το δε μέγιστον, μέτρον χραν εν πάσιν.


(ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΠΕΡΙ ΠΑΙΔΩΝ ΑΓΩΓΗΣ)