MACEDONIA

PAIONIANS

About

Kαλώς ήλθατε στη σελίδα μας!

Είμαι ο Αστεροπαίος απο την Παιονία της Μακεδονίας έλαβα μέρος στον πόλεμο της Τροίας στα χρόνια των Ηρώων, στη μεριά των Τρώων. Ενας πόλεμος μεταξύ αδελφών κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια.............. Πολέμησα για την Ελένη την ωραιότερη γυναίκα που είδε άνθρωπος ποτέ στον κόσμο όλο. Οι σπουδαιότεροι πολεμιστές του κόσμου βρέθηκαν εκει για να διεκδίκησουν τούτο το θησαυρό.

Οδυσσέας Ελύτης

Εδω θα βρείτε προσωπικούς προβληματισμούς και ενδιαφέροντα θέματα για την Ελλάδα.

ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΘΕΟΣ : ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ

Ασκληπιός - Θεός θεραπευτής.

θΕΑ της νόησης = ΑΘΗΝΑ

ΑΘΗΝΑ ΘΕΑ ΤΗΣ ΝΟΗΣΗΣ - Προστάτιδα του Ομηρικού Οδυσσέα.

ΘΕΑ ΑΘΗΝΑ

ΘΕΑ ΑΘΗΝΑ σήμερα

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

ΠΑΙΟΝΙΑ: «εἴμ᾽ ἐκ Παιονίης ἐριβώλου»


ΠΑΙΟΝΙΑ: «εἴμ᾽ ἐκ Παιονίης ἐριβώλου» 'ιστορική προσέγγιση'
Η επιγραφή του 'Διόνυσου του Παιονικού'. Βρέθηκε στην περιοχή του Κιλκίς

Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
http://echedoros-a.blogspot.com/2009/06/blog-post_13.html


Μια επιγραφή που βρέθηκε στην περιοχή Τίκβες του κράτους των Σκοπίων και δημοσιεύθηκε πριν από μια εικοσαετία περίπου, αναφέρεται στον βασιλιά των Παιόνων Δροπίωνα το γιο του Λέοντος.
Η επιγραφή αυτή έχει ως εξής:
«ΔΡΟΠΙΟΝΑ ΛΕΟΝΤΟΣ Π(ΑΤΕΡΑ?)
ΚΑΙ ΜΩΑΝΤΑ
ΒΑΣΙΛΕΑ ΠΑΙΟΝΩΝ
ΤΩΝ Π- ΑΠΕΤΗ»
Η γραφή της επιγραφής, που ήταν στην ελληνική, δεν εντυπωσίασε ιδιαίτερα την ιστορική κοινότητα. Εκείνο, όμως, που ανέτρεπε δεδομένα ήταν η αναφορά της στο βασιλιά της Παιονίας Δροπίωνα!
Ο Δροπίων βασίλευσε περί το 279 π.Χ., και αναφέρεται από τον Παυσανία. Έστησε, μάλιστα, στους Δελφούς, όπως αναφέρει, ως τιμητικό ανάθεμα, μια χάλκινη κεφαλή βίσωνος. Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως σύμφωνα με τον Παυσανία οι βίσωνες της περιοχής ήταν ιδιαίτερα δασείς (μαλλιαροί) στο στήθος και στη γενειάδα. (Παυσ. Θ, 21.)
Εντυπωσίασε, λοιπόν, το γεγονός της παρουσίας των Παιόνων στη μετααλεξανδρινή εποχή με ελληνική γραφή και ελληνικά ονόματα. Μέχρι τότε πιστεύονταν πως επρόκειτο για ένα βόρειο και άγριο λαό, σχεδόν βάρβαρο. Ήταν γνωστά, βέβαια, τα βασιλικά ονόματα των Παιόνων αλλά δεν γνωρίζαμε τίποτε σχετικά με τη γλώσσα και τη γραφή του λαού αυτού.
Οι μαρτυρίες του Ηροδότου, του Στράβωνα, του Παυσανία ή ακόμη και του Θουκυδίδη, δεν ήταν πολύ κολακευτικές για τον λαό αυτόν.
Όταν όμως ανακαλύφθηκε το έτος 1877, στην Ολυμπία, το βάθρο ενός ανδριάντα στο οποίο υπήρχε ανάγλυφη επιγραφή που έγραφε πως είχε στηθεί από το Κοινό των Παιόνων προς τιμή του βασιλιά Δροπίωνα, τότε διασαφηνίστηκε πλήρως πως επρόκειτο για ένα αρχαίο ελληνικό φύλο.

Η επιγραφή της Ολυμπίας:

“[Δρω]πίωνα Λέοντος
[βα]σιλέα Παιόνων
[κ]αὶ κτίστην τὸ κοινὸν
τῶν Παιόνων ἀνέθηκε
ἀρετῆς ἕνεκεν
καὶ εὐνοίας τῆς ἐς αὐτούς”
Επιβεβαιώθηκε έτσι πως οι Παίονες συμμετείχαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες στους οποίους έπαιρναν μέρος μόνον Έλληνες.
Η ιστορική ενασχόληση περί Μακεδονίας τον τελευταίο μισό αιώνα, είχε βάλει στο περιθώριο την έρευνα αυτού του αρχέγονου και σκληροτράχηλου ελληνικού φύλου.
Νέα διάσταση έδωσε μια άλλη επιγραφή που βρέθηκε το 1961, στο χωριό Κεντρικό του Κιλκίς (αρχαία Κρηστωνία). Η επιγραφή αυτή που είναι ανάγλυφη σε βάθρο και είναι διπλής όψης έχει ως εξής:
«ΔΙΟΝΥΣΟΝ ΠΑΙΟΝΙΚΟΝ ΙΕΡΗΤΕΥΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ ΑΝΕΘΗΚΕΝ»
Και στην άλλη όψη αναγράφονται τα εξής:
«ΔΑΡΕΑΣ ΣΩΠΑΤΡΟΥ ΔΙΟΝΥ
ΣΩ ΠΑΙΟΝΙΚΩ ΙΕΡΗΤΕΥΩΝ
ΑΝΕΘΗΚΕΝ ΜΕΤΑ ΝΙΚΑΝΟΡΟΣ
[ΤΟΥ] ΥΙΟΥ ΕΚ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ»

Μέσα από τη θρησκευτική αυτή διάσταση της επιγραφής, όπου λατρεύεται ο Διόνυσος ο Παιονικός, στην πάλαι ποτε Κρηστωνία, αναφαίνεται η λαλούσα γλώσσα, των απλών κατοίκων Παιόνων της περιοχής. Στη συγκεκριμένη επιγραφή έχουμε τα ονόματα κατοίκων που είναι: Δαρέας, Σώπατρος και Νικάνωρ. Κοινά ελληνικά ονόματα.
Τον 5ο αιώνα π.Χ., με την επέκταση των Μακεδόνων, το κράτος των Παιόνων είχε συρρικνωθεί βορειότερα της λίμνης Δοϊράνης.


Ιστορική διαδρομή

Πολλές αναφορές γίνονται στην Ιλιάδα του Ομήρου για τους Παίονες και την ηρωϊκή συμπεριφορά τους.
Στον πόλεμο της Τροίας βρίσκονταν με το πλευρό των Τρώων. Πρωτεύουσά τους, τότε, ήταν η Αμυδώνα που βρισκόταν στις όχθες του Αξιού ποταμού. Αρχηγός τους ήταν ο Πυραίχμης. (όνομα που προέρχεται από: πυρ & αιχμή).



Αναφέρει σχετικά ο Όμηρος:
"Αὐτὰρ Πυραίχμης ἄγε Παίονας ἀγκυλοτόξους
τηλόθεν ἐξ Ἀμυδῶνος ἀπ᾽ Ἀξιοῦ εὐρὺ ῥέοντος,
Ἀξιοῦ οὗ κάλλιστον ὕδωρ ἐπικίδναται αἶαν"
(Ιλιάς β’ 850)


δηλαδή,

"Οι τοξοφόροι Παίονες με τον Πυραίχμην ήλθαν
μακρόθεν, από τον Αξιόν, πλατύροο ποτάμι
το ωραιότερο της γης, και απ’ την Αμυδώνα."

Στη διάρκεια των ομηρικών χρόνων οι Παίονες είχαν ένα δυνατό και μεγάλο κράτος. Η Παιονία συνόρευε με τη Δαρδανία και τους Αρδιαίους Θράκες, είχε υπό την κατοχή της όλες τις περιοχές περί τον Αξιό ποταμό, περί το Στρυμόνα και έφθανε μέχρι το Παγγαίο όρος.
Αναφέρει ο Στράβων:
«Ὅτι καὶ πάλαι καὶ νῦν οἱ Παίονες φαίνονται πολλὴν τῆς νῦν Μακεδονίας κατεσχηκότες, ὡς καὶ Πέρινθον πολιορκῆσαι, καὶ Κρηστωνίαν καὶ Μυγδονίδα πᾶσαν καὶ τὴν Ἀγριάνων μέχρι Παγγαίου ὑπ' αὐτοῖς γενέσθαι».
(Γεωγραφικών ζ΄)
Ο ίδιος συγγραφέας μας δηλώνει πως μερικοί λέγουν πως οι Παίονες ήρθαν στην περιοχή ως άποικοι των Φρυγών, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως ήταν αρχηγοί αυτών. Αυτές, όμως, είναι εικασίες που δεν μπορούν να θεμελιώσουν κάτι το ιδιαίτερο.
Η Παιονία είχε επεκταθεί μέχρι την Πιερία και την Πελαγονία όπου η τελευταία ονομαζόταν παλαιότερα Ορεστία. Μας πληροφορεί μάλιστα πως ο Αστεροπαίος που καταγότανε από την Παιονία και πολέμησε στην Τροία, ήταν γιος του Πελαγόνου και οι Παίονες ονομάζονταν, επίσης, Πελαγόνες. Υπήρχε δηλαδή ταύτιση της Πελαγονίας με την Παιονία.
Γράφει ο Στράβων στο ίδιο βιβλίο:
«Τοὺς δὲ Παίονας οἱ μὲν ἀποίκους Φρυγῶν, οἱ δ' ἀρχηγέτας ἀποφαίνουσι, καὶ τὴν Παιονίαν μέχρι Πελαγονίας καὶ Πιερίας ἐκτετάσθαι φασί· καλεῖσθαι δὲ πρότερον Ὀρεστίαν τὴν Πελαγονίαν, τὸν δὲ Ἀστεροπαῖον, ἕνα τῶν ἐκ Παιονίας στρατευσάντων ἐπ' Ἴλιον ἡγεμόνων, οὐκ ἀπεικότως υἱὸν λέγεσθαι Πηλεγόνος, καὶ αὐτοὺς τοὺς Παίονας καλεῖσθαι Πελαγόνας.»

Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του ομηρικού Αστεροπαίου στον Αχιλλέα για τη χώρα του. Ο Όμηρος την χαρακτηρίζει απομακρυσμένη και τον Παίονα ήρωα ως γιο του Πηλεγόνος.
« Πηλεΐδη μεγάθυμε τί ἦ γενεὴν ἐρεείνεις;
εἴμ᾽ ἐκ Παιονίης ἐριβώλου τηλόθ᾽ ἐούσης
Παίονας ἄνδρας ἄγων δολιχεγχέας·
ἥδε δέ μοι νῦν
ἠὼς ἑνδεκάτη ὅτε Ἴλιον εἰλήλουθα.
αὐτὰρ ἐμοὶ γενεὴ ἐξ Ἀξιοῦ εὐρὺ ῥέοντος
Ἀξιοῦ, ὃς κάλλιστον ὕδωρ ἐπὶ γαῖαν ἵησιν,
ὃς τέκε Πηλεγόνα κλυτὸν ἔγχεϊ· τὸν δ᾽ ἐμέ φασι
γείνασθαι· νῦν αὖτε μαχώμεθα φαίδιμ᾽ Ἀχιλλεῦ»
(ραψωδία Φ 153)

Μετάφραση :

«Πηλείδη μεγαλόψυχε», του αντείπε ο Αστεροπαίος,
«την γενεάν μου τι ερωτάς; Από την Παιονίαν
είμαι την μεγαλόσβωλην την απομακρυσμένη
και των Παιόνων αρχηγός των μακρολογχοφόρων.
Η ενδεκάτη έφεξε αυγή που έφθασα στην Τροίαν,
κατάγομαι απ’ τον Αξιόν, πλατύροο ποτάμι,
το ωραιότερο της γης, και ο Πηλεγών υιός του,
περίφημος κονταριστής, εγέννησεν εμένα.
Και τώρ’ ας πολεμήσωμε, λαμπρότατε Πηλείδη.».


Πιο κάτω θα αναφέρει ο Όμηρος και γι’ άλλους Παίονες.

Έτσι έχουμε τα παιονικά ονόματα: Θερσίλοχος, Μύδωνας, Θράσιος, Αστύπυλος, Αίνιος, Μνήσος, Οφελέστης.
Συγκεκριμένα:
«ἔνθ᾽ ἕλε Θερσίλοχόν τε Μύδωνά τε Αστύπυλόν τε
Μνῆσόν τε Θρασίον τε καὶ Αἵνιον ἠδ’ Ὁφελέστην·»
(ραψωδία Φ,200)
Δηλαδή,
«έστρωσ’ εκεί, Θερσίλοχον, Μύδωνα και Θρασίον
και Αστύπυλον και Αίνιον και Μνήσον και Οφελέστην»

Ενώ σε ένα άλλο σημείο της Ιλιάδας έχουμε το όνομα του Απισάονος που ήταν γιος του Ιππασίδη:

"καὶ ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ,
καὶ βάλεν Ἱππασίδην Ἀπισάονα ποιμένα λαῶν
ἧπαρ ὑπὸ πραπίδων, εἶθαρ δ᾽ ὑπὸ γούνατ᾽ ἔλυσεν,
ὅς ῥ᾽ ἐκ Παιονίης ἐριβώλακος εἰληλούθει, 350
καὶ δὲ μετ᾽ Ἀστεροπαῖον ἀριστεύεσκε μάχεσθαι."
Ὁμήρου Ἰλιὰς Ρ 343

δηλαδή,
"και ακόντισε την λόγχην
στο συκώτι του Απισάονος, μεγάλου πολεμάρχου,
του Ιππασίδη, και νεκρόν τον κύλησε στο χώμα.
Από την μεγαλόστηλην είχ’ έλθει Παιονίαν
μαχητής πρώτος, δεύτερος απ’ τον Αστεροπαίον."
(σε μετάφραση :Ι. Πολυλά)

Την εποχή του Στράβωνα ως κυρίως Παιονία χαρακτηρίζεται η περιοχή της αμφαξίτιδας, του άνω ρου, του Αξιού ποταμού. Γράφει στα γεωγραφικά του:
«Παίονες δὲ τὰ περὶ τὸν Ἀξιὸν ποταμὸν καὶ τὴν καλουμένην διὰ τοῦτο Ἀμφαξῖτιν»
Έτσι βλέπουμε πως είχαν αποκοπεί από τα παράλια και είχαν συγκεντρωθεί στις πηγές του Στρυμώνα και Αξιού ποταμού.

Ο αρχηγέτης των Παιόνων και τα παιονικά φύλα

Ο Παυσανίας μας δίνει μια διάσταση για την ονομασία των Παιόνων. Διηγείται ο Παυσανίας (Βιβλίο V –Ἠλιακών Α’):
« Ο Αέθλιος, που ήταν γιος του Δία, και η Πρωτογένεια, που ήταν κόρη του Δευκαλίωνα, έκαναν ένα γιο τον Ενδυμίωνα. Αυτόν τον αγάπησε η Σελήνη. Και από τη θεά αυτή απέκτησε τρεις γιους και μια κόρη. Τον Παίονα, τον Επειό και τον Αιτωλό και κόρη την Ευρυκύδα.
Ο Ενδυμίωνας προκήρυξε αγώνα δρόμου στην Ολυμπία μεταξύ των γιων του για το βασιλικό θρόνο και νίκησε ο Επειός. Ο Παίονας στεναχωρημένος από την ήττα, έφυγε όσο μπορούσε πιο μακριά και από αυτόν πήρε το όνομα Παιονία η περιοχή που βρίσκονταν πέρα από τον Αξιό ποταμό.»
Η αναφορά του Ομήρου για τους Παίονες και το ιππικό τους στα χρόνια του Τρωϊκού πολέμου, μας παρέχει την εικόνα ενός αρχέγονου λαού που είχε εδραιώσει στα βόρεια ένα ισχυρό και μεγάλο κράτος.
Πότε άρχισε να συρρικνώνεται παραδίδοντας εδάφη στους αρχαίους Θράκες δεν μας είναι γνωστό. Κατάλοιπα όμως του μεγάλου κράτους των Παιόνων βρίσκουμε σε πολλές περιοχές.
Έτσι, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, έχουμε διασκορπισμένες παιονικές φυλές στο γενικότερο ιστορικό χώρο της χερσονήσου: τους Σιροπαίονες, Γρααίους, Λαιαίους, Παιόπλες, Παναίους και άλλες μικρότερες γύρω από την Πρασιάδα λίμνη.
Γνωστές παιονικές πόλεις είναι η αναφερόμενη από τον Όμηρο Αμυδώνα, καθώς η Άστιβος (σημερινή σκοπιανή πόλη Στιπ), η Δόβηρος (που αναφέρεται στην εκστρατεία του Σιτάλκη), γύρω στη λίμνη Δοϊράνη, το Αστραίον (σημερινή σκοπιανή Στρώμνιτσα) και οι Στόβοι.

Γνωστοί Παίονες βασιλείς:

Πυραίχμης (στον τρωϊκό πόλεμο)
Άγις, ήταν σύγχρονος του Φίλιππου της Μακεδονίας
Λύκκειος, περί τα 359 340 π. Χ.
Πατράος, περί τα 340 315 π. Χ.
Αυδολέων, γιος του Πατράου, περί τα 315 286 π. Χ.
Αρίστων, γιος και διάδοχος του Αυδολέοντος.
Δροπίων, περί τα 279 π.Χ.

Πολλές ιστορικές αναφορές έχουμε στη διάρκεια των μακεδονικών χρόνων όπου οι Παίονες βρίσκονταν σε συνεχή αντιπαλότητα με το αναπτυσσόμενο μακεδονικό κράτος. Μετά το θάνατο το Μ. Αλεξάνδρου ακολούθησαν εκ νέου μια ελεύθερη ιστορική πορεία.
Εν κατακλείδι σημειώνουμε πως η ισχυρή παρουσία των Παιόνων διήρκησε πάνω από χίλια χρόνια και έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλες τις ελληνικές ιστορικές περιόδους.

ΠΗΓΗ ΜΙΚΡΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ 2010 μ.Χ.

Η στάση απέναντι στο θάνατο από τον ΟΜΗΡΟ τον ΚΑΛΛΙΝΟ και τον ΑΡΧΙΛΟΧΟ

Με το παρόν θα εξετάσουμε κάποια αποσπάσματα από το Ζ της Ιλιάδας (στίχοι 381/502), αποσπάσματα από το λ της Οδύσσειας (στίχοι 465/491 και 541/567), καθώς και δύο ποιήματα, των Καλλίνου και Αρχιλόχου. Σκοπός μας είναι να διερευνήσουμε την στάση των παραπάνω ποιητών απέναντι στον θάνατο, όπως καταγράφεται στα εν λόγω ποιήματα. Για να μπορέσει, όμως, να γίνει κατανοητός ο τρόπος με τον οποίο τον αντιμετωπίζουν οι ποητές, θα πρέπει, παράλληλα, να συνεκτιμήσουμε το ευρύτερο ιδεολογικοπολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι που επικρατούσε την εποχή που έζησε ο καθένας τους, το οποίο σαφέστατα επηρέασε τις αντιλήψεις τους. Τέλος, θα επιχειρήσουμε τον εντοπισμό των βασικών σημείων στα οποία συμφωνούν ή διαφοροποιούνται οι απόψεις που εκφράζονται στα αποσπάσματα του Ομήρου, από εκείνες που χαρακτηρίζουν τα ποιήματα των άλλων δύο, σε συνάρτηση με τις σημαντικές οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στον ελληνισμό κατά τον 7ο π.Χ αιώνα και επηρεάζουν την λυρική ποίηση.
1η Ενότητα


Ι. ΙΛΙΑΔΑ, ΡΑΨΩΔΙΑ Ζ, ΣΤΙΧΟΙ 381/502


Η Ιλιάδα είναι το κατ’ εξοχήν έπος όπου προβάλλονται οι αρετές και οι αξίες της αριστοκρατίας. Το συγκεκριμένο απόσπασμα της ραψωδίας Ζ αποτελεί μία από τις πλέον δημοφιλείς σκηνές του έπους. Είναι η περίφημη Έκτορος και Ανδρομάχης ομιλία1. Στην παρουσίαση του κειμένου, ο Όμηρος προκαταλαμβάνει τον αναγνώστη για κάτι το δυσάρεστο. Η προετοιμασία της συνάντησης λαμβάνει χώρα σε ένα ζοφερό σκηνικό. Όλοι είναι ανήσυχοι, το ίδιο και ο Έκτορας. Όλα αυτά παρουσιάζονται παραστατικά στους στίχους 381/393. Στην συνέχεια ο ήρωας συναντά την αγαπημένη του σύζυγο και τον μικρό του γιο στις Σκαιές πύλες. Εκεί ακριβώς από τον στίχο 407 ξεκινά η στιχομυθία του ζευγαριού με προφανή σκοπό να πείσει ο ένας τον άλλον. Πρώτη ξεκινά η σύζυγος, η Ανδρομάχη, η οποία θα επιδιώξει να ασκήσει την ανασταλτική της δύναμη πάνω στον Έκτορα για να μην πράξει το χρέος του όπως το νοιώθει εκείνος. Το κλίμα είναι φορτισμένο συναισθηματικά. Η Ανδρομάχη διηγείται τον αφανισμό της οικογενείας της και το σκλάβωμα της μητέρας της από τον Αχιλλέα (στ.413/428), υπενθυμίζοντας έτσι την φοβερή του δύναμη. Είναι μία προσπάθεια εκλογίκευσης του συζύγου της εκ μέρους της. Συνεπεία τούτου η ίδια δεν έχει κανέναν στον κόσμο, εκτός από εκείνον που είναι τα πάντα για εκείνη. Αποτελεί τον πατέρα, την μάνα, τον αδερφό, αλλά και τον ποθητό της σύντροφο στο κρεββάτι (στ.429/430). Ελπίζει έτσι να του αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές με την κατάθεση ψυχής που κάνει. Βασικά τα επιχειρήματά της εστιάζονται σε ένα κρίσιμο δίλημμα που του θέτει, δίνοντας προτεραιότητα στις συνέπειες του θανάτου του στην οικογένεια και στην πόλη του. Ο χαμός του θα επιφέρει την καταστροφή της Τροίας, καθώς και τον θάνατο ή την σκλαβιά των δικών του. Για τον λόγο αυτό τον προτρέπει να σταθεί στις επάλξεις του κάστρου και να πολεμήσει από εκεί τον εχθρό και όχι να χαθεί άδικα.


Ο Έκτορας από την άλλη συναισθάνεται τις οδυνηρές συνέπειες του θανάτου του, αλλά η θέση του δεν του επιτρέπει να παραβεί των κώδικα της ηρωϊκής συμπεριφοράς που καθορίζεται ως άγραφος κανόνας για τους ανδρείους. Η επιλογή του να δώσει μία μάχη εκ προοιμίου χαμένη υπαγορεύεται από την παραπάνω λογική, σύμφωνα με την οποία η αποφυγή του πολέμου θεωρείται καταδικαστέα. Αντιθέτως, η πολεμική ανδρεία και το κλέος επιβραβεύονται με την αθάνατη φήμη που θα ακολουθεί τον ήρωα, τόσο όσο βρίσκεται εν ζωή, όσο και μετά τον θάνατό του. Οποιαδήποτε άλλη στάση εκ μέρους του θα επιφέρει την λοιδωρία των συμπολιτών του και την κοινωνική κατακραυγή. Πρόκειται επομένως για μία οριακή κατάσταση, όπου το κυρίαρχο ιδεολόγημα τού υπαγορεύει την χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα θυσία του. Με αυτό οδηγό, ο ήρωας προσπαθεί να ερμηνεύσει τα παραπάνω (στ.440/446). Ωστόσο, βλέπει και ο ίδιος ξεκάθαρα ότι δεν υπάρχει περίπτωση να γλιτώσει η Τροία την καταστροφή. Εκείνο που τον λυπεί, όμως, ιδιαίτερα είναι η τύχη της γυναικός του. Ένας ακόμα λόγος να τον κάνει να αναζητά τον θάνατο, προκειμένου να μην ζήσει τούτον τον εφιάλτη (στ.450/465).


Στην συνέχεια με λόγους παραμυθίας επιχειρεί να αποφορτίσει την ατμόσφαιρα. Σηκώνει στα χέρια του τον Αστυάνακτα τον μονάκριβο γιο του και εύχεται να φθάσει και ει δυνατόν να ξεπεράσει στην γενναιότητα και στο κλέος τον ίδιο τον πατέρα του. Άλλη μία απόδειξη της επικρατούσης άποψης για τον ρόλο του ανδρός, και μάλιστα του αριστοκράτη, σε αυτές τις κοινωνίες (στ.466/484). Επιπλέον, δίνει και άλλη μία πτυχή για τις απόψεις της εποχής του περί θανάτου. Το ότι κανείς δεν πρόκειται να πεθάνει πριν την ώρα του και πως η μοίρα καθορίζει το πότε. Άλλωστε, ουδείς ξεφεύγει του ριζικού του. Όλοι στον Άδη καταλήγουν, δειλοί και ανδρείοι (στ.487/489). Τέλος, διώχνει την Ανδρομάχη, υπενθυμίζοντας της το χρέος της ως γυναίκα και σύζυγος. Η τελευταία πινελιά του δράματος ξετυλίσσεται στο σπίτι τους, όπου τόσο η ίδια όσο και οι θεραπαινίδες της προσδοκώντας το βέβαιο του θανάτου του, τον μοιρολογούσαν ζωντανό, ούσες σίγουρες για τον χαμό του.
ΙΙ. ΟΔΥΣΣΕΙΑ, ΡΑΨΩΔΙΑ λ, ΣΤΙΧΟΙ 465/491 ΚΑΙ 541/567
Στο έτερο ομηρικό έπος, την Οδύσσεια, πληροφορούμαστε την κατάληξη των πραγμάτων. Στην Νέκυϊα2 συγκεκριμένα, όπως τιτλοφορείται η ραψωδία λ, το σκηνικό αλλάζει. Μεταφερόμαστε σε ένα αυτούσιο σκηνικό θανάτου, όπου ο Άδης είναι η φυσική κατάληξη όλων ανεξαιρέτως των τεθνεώτων. Στο υπό εξέταση απόσπασμα παρατηρούμε ένα σφόδρα αντιηρωϊκό πλαίσιο. Στον κάτω κόσμο συνωστίζονται οι ψυχές τόσο των κοινών θνητών, όσο και των ηρώων. Ο χρόνος εδώ τελεί υπό άλλη διάσταση. Ο Οδυσσέας βρίσκεται ανάμεσα στο πλήθος των νεκρών. Εκεί, μεταξύ άλλων, συναντά τον θρυλικό Αχιλλέα. Ο δεύτερος εξεπλάγη που συνάντησε τον υιό του Λαέρτη σε τούτο τον τόπο των σκιών. Η στιχομυθία που ακολουθεί είναι δεικτική των αντιλήψεων του νεκρού ήρωα. Τα πρώτα λόγια του δίνουν ένα πρώτο στίγμα των όσων θα εκστομίσει αργότερα (στ.470/476). Ο Οδυσσέας, αφού τον αναγνώρισε ξεκίνησε αμέσως να πλέκει το εγκώμιο του Μυρμιδόνα βασιλέα και των κατορθωμάτων του. Η κυριαρχία του ηρωϊκού ιδεώδους επανέρχεται προς στιγμήν στο προσκήνιο μέσα από τα λεγόμενα του (στ.477/486).


Ο Αχιλλέας, όμως, ως νεκρός πλέον, έχει σχηματίσει μία τελείως διαφορετική θεώρηση περί ζωής και θανάτου. Η έκπληξη που δοκιμάζει ο Λαερτίδης είναι μεγάλη. Ο Αιακίδης, όπως τον αποκάλεσε, με την απόκρισή του αποποιείται τον τιμημένο και ηρωϊκόύ θάνατο. Στους στίχους 488/491 απομυθοποιεί το κλασικό μοτίβο του ήρωα, του κλέους και της δόξης που τον συνοδεύει. Η ζωή είναι γλυκιά και επιθυμητή, ακόμη και για τον πιο ταπεινό. Δηλώνει, μάλιστα, με έμφαση στον συνομιλητή του ό,τι, θα προτιμούσε να δούλευε ως απλός εργάτης σε έναν άκληρο στον πάνω κόσμο, παρά να είναι βασιλιάς στον κόσμο των νεκρών. Βλέπουμε καθαρά την πλήρη ανατροπή των μέχρι τότε διαδεδομένων πεποιθήσεων. Ενώ με τον θάνατό του ο Αχιλλέας υπηρετεί τον ηρωϊσμό και το κλέος, με την εμφάνισή του αυτή στην Νέκυια σηματοδοτεί την υποχώρηση του ηρωϊκού ιδεώδους και προεξαγγέλει την εμφάνιση ποιημάτων με θέματα που στρέφονται γύρω από την χαρά της ζωής. Αυτόν τον ρόλο, εξάλλου αναλαμβάνει η συμποτική λυρική ποίηση.


Από την άλλη πλευρά αναδεικνύεται η αριστοκρατική ιδεολογία, όπου ταυτίζεται με το πρόσωπο του τρομερού Αίαντα, δεύτερου τη τάξει στην ανδρεία των Αχαιών, μετά τον Αχιλλέα. Στην συνάντηση του Αίαντα με τον Οδυσσέα, βλέπουμε την υποβολή εκ νέου της ιδέας του ηρωϊκού θανάτου. Η θέα του πρώτου με την σιωπηλή και χολωμένη εκφραστικότητα που αναπαριστώνται ανάγλυφα στο πρόσωπό του, δηλώνει απερίφραστα ότι δεν έχει αλλάξει στα πιστεύω του. Η ακραία ομολογουμένως επιλογή του, επίτασσε την αυτοκτονία από την ατίμωση της δόξας που ενέχει η επιδίκαση των όπλων του Αχιλλέα στον Οδυσσέα και όχι σε εκείνον που κατά κοινή ομολογία το δικαιούνταν. Για τον λόγο αυτό ο Οδυσσέας προτίμησε να προσπεράσει, παρά τις όποιες ενοχές που ένοιωθε (στ.541/567).
ΙΙΙ. ΚΑΛΛΙΝΟΣ «ΣΤΑ ΟΠΛΑ, ΣΤΑ ΟΠΛΑ»
Με την ελεγεία του Καλλίνου «Στα όπλα, στα όπλα» επανέρχεται στο προσκήνιο η ιδεολογία του ηρωϊσμού και συνδέεται με τον πατριωτισμό. Παραπέμπει ευθέως στον ωραίο θάνατο των ομηρικών ηρώων και της υστεροφημίας που εξασφαλίζεται με αυτόν. Διαπιστώνουμε συνεπώς, τη συνέχεια της ομηρικής παράδοσης στην εποχή της Λυρικής ποίησης. Η συνέχεια αυτή διακρίνεται ολοφάνερα στους στίχους του ποιήματός του, όπου πιστοποιείται έμπρακτα η επιρροή του έπους στην ελεγεία.


Με αφορμή, λοιπόν, την εισβολή των Κιμμερίων βαρβάρων, οι οποίοι αποτέλεσαν μία σοβαρή απειλή για τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας τον 7ο αιώνα, προσπαθεί να αφυπνίσει τους νέους. Ο λόγος του παρουσιάζει δύο βασικά στοιχεία. Την πρόσκληση στη μάχη και την απαραίτητη πειθώ που επιστρατεύει προς επίρρωση αυτού του σκοπού. Ο ποιητής καλεί τους νέους, οι οποίοι παρουσιάζονται αδιάφοροι, να ξεσηκωθούν και να πολεμήσουν. Επιχειρεί να τους απαλλάξει από τον φόβο του θανάτου, ώστε να ριχτούν στον υπέρ πάντων αγώνα με αυταπάρνηση υπερασπιζόμενοι την πόλη τους.


Για να στηρίξει αυτή την πρόσκληση ο Καλλίνος, υπεισέρχεται στην αναγκαία πειθώ με συγκεκριμένα επιχειρήματα. Αυτά συνίστανται στο κλέος του γενναίου πολεμιστή, την ανάγκη προστασίας των αμάχων, καθώς και στο αναπόφευκτο του θανάτου, η στιγμή του οποίου είναι αυστηρά καθορισμένη από την μοίρα (στ.1-13). Το ποίημα ανήκει στο είδος της προτρεπτικής ελεγείας που εκφράζει την ιδεολογία της αρχαϊκής πόλης του 7ου αιώνος, της οποίας η διατήρηση εξαρτάται από την πολεμική αρετή των οπλιτών που απαρτίζουν την οπλιτική φάλαγγα.


IV. ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ «Ο ΡΙΨΑΣΠΙΣ»


Ο Αρχίλοχος, τώρα, σύγχρονος του Καλλίνου, στο δικό του ποίημα εκφράζει μία εντελώς διαφορετική θεώρηση για την ζωή και τον θάνατο, που συμφωνεί με τις νέες τάσεις και απόψεις που επικρατούν αυτή τη χρονική περίοδο στον ελληνικό κόσμο. Σε αυτό το τετράστιχο αποτυπώνεται ανάγλυφα η ρήξη με το ηρωϊκό παρελθόν. Η μέχρι τότε κυρίαρχη ιδεολογία, όπως εκφράστηκε στα Ομηρικά έπη, δίνει την θέση της σε μία νέα προοπτική η οποία προκρίνει την αγάπη για την ζωή και τις χαρές της. Ο άλλοτε τιμημένος θάνατος στο πεδίο της μάχης δεν χαίρει καμμίας εκτίμησης από τον ποιητή.


Άλλωστε, αυτή του η στάση περιγράφεται πολύ παραστατικά στους στίχους του με την απογύμνωση της υψηλής συμβολικής αξίας του κατεξοχήν πολεμικού συμβόλου στην ελληνική αρχαιότητα, της ασπίδας. Σε απόλυτη αντιστοιχία με τις παραπάνω διαπιστώσεις, έρχεται η αντιμετώπιση του θανάτου από τον Αρχίλοχο ως συμφορά. Κατά συνέπεια, παρατηρούμε μια έντονη διάσταση του ιδίου με το βασικό ιδεολόγημα που επικρατεί στην προτρεπτική ελεγεία. Το άτομο και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης καταλαμβάνουν την ύψιστη θέση στην ιεραρχία που θέτει ο ποιητής. Σε αντιδιαστολή βρίσκονται οι ανάγκες της κοινωνίας και οι προτεραιότητες που θέτει το οργανωμένο ανθρώπινο σύνολο.


2η Ενότητα


ΣΗΜΕΙΑ ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΝΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΙΛΟΧΟΥ


Όπως γίνεται διακριτό, η εποχή συγγραφής των Ομηρικών επών, γύρω στον 9ο αιώνα π.Χ εκφράζει τα ιδεώδη ενός αριστοκρατικού ηρωϊκού κόσμου. Ιδιαίτερα η Ιλιάδα βρίθει τέτοιων αναφορών. Στους στίχους του αποσπάσματος από την ραψωδία Ζ ο Όμηρος μας δίνει μια ζωντανή περιγραφή της επικρατούσης άποψης που διέπει την εποχή του. Η ίδια καθρεφτίζεται στο πρόσωπο του Έκτορα, ο οποίος θα πρέπει να δώσει, όπως και τελικά δίνει το παράδειγμα της αυτοθυσίας. Δεν φείδεται της ζωής του, προκειμένου να υπηρετήσει τον ιερό σκοπό για τον οποίο έχει ορκιστεί να θυσιαστεί αν παραστεί ανάγκη.


Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται ο Καλλίνος, αν και τοποθετείται χρονολογικά στον 7ο αιώνα π.Χ. Εμφορείται από τα ίδια ιδανικά, παρότι μεταγενέστερος. Η προτροπή του στους νέους έχει σκοπό να αφυπνίσει τα πατριωτικά τους αντανακλαστικά. Ο λόγος του φλογερός αναδύει ένα έντονο πατριωτικό συναίσθημα. Ο τρόπος που εκφράζεται παραπέμπει ευθέως στην ομηρική κοσμοαντίληψη: «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης»3. Ακόμη και η αναφορά του στο αναπόφευκτο του θανάτου, όταν κοπεί το νήμα της ζωής από τις μοίρες μας φέρνει στον νου την αντίστοιχη αναφορά του Έκτορα στο Ζ της Ιλιάδας. Εκεί όπου σύμφωνα με τις αντιλήψεις του ήρωα, οι οποίες όπως προαναφέραμε αντικατοπτρίζουν αυτές του συνόλου, κανείς και ποτέ, είτε δειλός είτε ανδρείος, δεν μπόρεσε να ξεφύγει από το ριζικό του.


Σε αντίθεση με τις παραπάνω αντιλήψεις, παρατηρούμε μία εντυπωσιακή αλλαγή πλεύσης του ίδιου του Ομήρου στην ραψωδία λ της Οδύσσειας του. Αυτή εντοπίζεται στην απόκριση του βασικού πρωταγωνιστή της Ιλιάδας, του Αχιλλέα, στον Οδυσσέα. Εδώ λαμβάνει χώρα η απομυθοποίηση του δοξασμένου θανάτου, ενώ ταυτόχρονα προτιμάται ανενδοίαστα το αγαθό της ζωής. Έστω και στην πιο ταπεινή της μορφή. Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε ότι ως ένα βαθμό, για το τι θα επακολουθήσει στην Οδύσσεια, μας προϊδεάζουν τα λεγόμενα του Έκτορα στο Ζ (στ.488-489). Ο Άδης υποδέχεται όλους τους νεκρούς, χωρίς διαχωρισμούς σε γενναίους και ριψάσπιδες.


Έχοντας κατά νου το παραπάνω ο Αρχίλοχος που έζησε και αυτός τον 7ο αιώνα, δεν δείχνει να προτιμά τον θάνατο στην μάχη, τουναντίον τον αφορίζει και κλείνει πονηρά το μάτι στα θέλγητρα της ζωής. Θέλει να γευτεί κάθε πτυχή της και προτιμά να παραμείνει ζωντανός για να πραγματοποιήσει τα όνειρά του. Όσο για την ασπίδα η γνώμη του είναι πως θα βρει άλλη. Ας την έχει να την χαίρεται ο βάρβαρος που την πήρε.


Συμπεράσματα


Η συγκεκριμένη, λοιπόν, τοποθέτηση απηχεί τα νέα τεκταινόμενα που διαδραματίζονται στον ελληνικό κόσμο από τα μέσα του 7ου. Οι αλλαγές είναι πολλές και μεγάλες. Υπάρχει ρήξη και μάλιστα κάθετη με το παρελθόν. Άλλοτε διαπιστώνεται κάποια συνέχεια, όπως στην περίπτωση του Καλλίνου με τις προτροπές του στις ελεγείες του και άλλοτε μία νέα αρχή, όπως οι ιδέες του Αρχιλόχου. Η παλαιά εποχή των ηρωϊκών κατορθωμάτων έχει περάσει. Ο κόσμος άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι δεν τον εκφράζει πλέον το ηθικό δίδαγμα του έπους. Νοιώθει απόμακρος και ξεκομμένος από μια μακρινή εποχή που μιλά για τα επιτεύγματα και τους πολέμους των Θεών και των επιφανών ανθρώπων της. Ο ηρωϊσμός εθεωρείτο προνόμιο των λίγων, των εκλεκτών αρχόντων και των βασιλιάδων. Η ατομικότητα των υπολοίπων χάνονταν μπροστά στην υπερπροβολή των ολίγων. Αυτά, όμως, ήταν τα πρότυπα της Μυκηναϊκής εποχής και των σκοτεινών αιώνων που επακολούθησαν. Στις μέρες του β’ αποικισμού τον 7ο νέα σύνορα ανοίγονταν στους Έλληνες. Η ναυτιλία, το εμπόριο και η βιοτεχνία έδωσαν την δυνατότητα σε πολλούς να πλουτίσουν, δίχως να είναι κατ΄ανάγκην απόγονοι αριστοκρατών. Έχουμε την δημιουργία νέων εύρωστων τάξεων. Οι ίδιοι απαιτούσαν καλύτερους όρους και συνθήκες διαβίωσης. Σύντομα θα αρχίσουν οι κοινωνικοί αγώνες των νέων αυτών τάξεων για τον περιορισμό σε πρώτη φάση των αυθαιρεσιών της άρχουσας αριστοκρατικής τάξης. Ενώ, σε δεύτερο στάδιο θα επιδιώξουν την ενεργότερη συμμετοχή τους στα κοινά και θα απαιτήσουν μερίδιο στην εξουσία. Την εποχή αυτή ο άνθρωπος ξεχωρίζει από τη συλλογικότητα και αρχίζει να αναπτύσσει την δική του προσωπικότητα και να εξωτερικεύει αυτό που αισθάνεται. Επομένως, ήταν φυσικό να εκφραστούν όλες οι προαναφερθείσες κοσμογονικές αλλαγές κάποια στιγμή από τις τέχνες. Έτσι έκανε την εμφάνισή της η Λυρική ποίηση που μετουσίωσε όλα τα παραπάνω, εκκινώντας από εντελώς διαφορετική βάση από εκείνη της επικής.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Γ.Αναστασίου, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα, 2001, Τόμος Α΄
Κώστας Δούκας, Ομήρου Ιλιάς, Εκδόσεις ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ, Αθήνα, 2000
1 Γ.Αναστασίου, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Εκδόσεις ΕΑΠ, Πάτρα, 2001, Τόμος Α΄, Κεφ.2, Σελ.64
2 Αναστασίου, ό.π: 82
3 Κώστας Δούκας, Ομήρου Ιλιάς, Εκδόσεις ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ, Αθήνα, 2000, Ραψ. Μ, Σελ. 243